Υπέρταση: Πώς θα αναγνωρίσετε & θα αναχαιτίσετε την «ύπουλη» νόσo

Γράφει ο Κωνσταντίνος Χαλκιάς, Ειδικός Παθολόγος, Διευθυντής Παθολογικού Τμήματος & Πρόεδρος Επιτροπής Νοσοκομειακών Λοιμώξεων Αθηναϊκής Mediclinic

Η 17η Μαΐου, Παγκόσμια Ημέρα Υπέρτασης, είναι αφιερωμένη στην «ύπουλη» αυτή νόσο, ύπουλη γιατί αν και σπάνια προξενεί συμπτώματα, είναι υπεύθυνη για τη νόσηση 1.28 δις ενηλίκων ηλικίας 30-79, διεθνώς, σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Με μόλις το 42% των ενηλίκων που νοσούν από υπέρταση να έχουν καταφύγει σε διάγνωσή της και θεραπευτική αντιμετώπισή της, η 17η Μάϊου αποτελεί αφορμή να ενημερωθούμε και να ευαισθητοποιηθούμε για την αξία της πρόληψης, της έγκαιρης διάγνωσης και αναχαίτισης της υπέρτασης. (Πηγή: Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας)

Tι είναι η αρτηριακή πίεση

Όπως γνωρίζουμε, η καρδιά είναι μια αντλία που συνεχώς συστέλλεται και χαλαρώνει περιοδικά έτσι ώστε να προωθεί την κυκλοφορία του αίματος από την καρδιά προς το υπόλοιπο σώμα. Η αρτηριακή πίεση μετρά τη δύναμη που εξασκεί το αίμα πάνω στα τοιχώματα των αρτηριών καθώς κυκλοφορεί μέσα τους.
Η υψηλότερη πίεση που καλείται συστολική είναι η πίεση που έχει το αρτηριακό δίκτυο κατά τη φάση στην οποία η καρδιά «χτυπά» και ωθεί το αίμα, ενώ η μικρότερη πίεση που καλείται διαστολική είναι η πίεση μεταξύ δύο «χτύπων» της καρδιάς, κατά τη φάση χαλάρωσής της. Γι’ αυτό το λόγο κάθε μέτρηση δίνει δύο τιμές: τη «μεγάλη», δηλαδή τη συστολική πίεση και την «μικρή», δηλαδή τη διαστολική πίεση.

Πάνω από ποιες τιμές μιλάμε για υπέρταση;

Γενικότερα η πίεση του αίματος θεωρείται ιδανική όταν η συστολική είναι 120 mmHg και η διαστολική 70 mmHg. Ως υπερτασικός ορίζεται κάποιος, εφόσον ανήκει στο γενικό πληθυσμό, όταν η συστολική του πίεση είναι πάνω από 140 mmHg και η διαστολική είναι μεγαλύτερη ή ίση των 90 mmHg.
Ωστόσο για ειδικές πληθυσμιακές ομάδες που έχουν υψηλό καρδιαγγειακό κίνδυνο, όπως διαβητικοί, νεφροπαθείς ή με στενωμένες/θρομβωμένες αρτηρίες, ο στόχος γίνεται πιο αυστηρός και η αρτηριακή πίεση τότε θα πρέπει να είναι κάτω από 120 mmHg για τη συστολική και κάτω από 80 mmHg για τη διαστολική.

Πώς γίνεται να έχω υπέρταση χωρίς να νιώθω άρρωστος/η;

Η υπέρταση σπάνια προξενεί συμπτώματα, γι’ αυτό έχει χαρακτηρισθεί και ως «ύπουλη νόσος». Ο μόνος τρόπος να τη διαγνώσουμε είναι να μετρήσουμε την πίεσή μας υπό συνθήκες ηρεμίας, αν χρειαστεί και επαναληπτικά.
Χρειάζεται προσοχή γιατί συμπτώματα που έχουν στο μυαλό μας συνδεθεί με την υπέρταση, όπως ο πονοκέφαλος ή το θάμπωμα της όρασης, η αιμορραγία της μύτης, η εύκολη κόπωση, η ζάλη, ή το αίσθημα παλμών σπάνια οφείλονται σε πραγματική υπέρταση, ενώ πολύ περισσότερες φορές η υψηλή αρτηριακή πίεση που τυχόν θα μετρήσουμε κατά τη διάρκειά τους δεν αποτελεί το αίτιο αλλά μάλλον το αποτέλεσμα του στρες που αυτά προκαλούν στον οργανισμό μας.

Γιατί η υπέρταση είναι επικίνδυνη;

Η υπέρταση πρέπει να αντιμετωπίζεται, μια και μπορεί να αποβεί εξαιρετικά επιβλαβής για τον οργανισμό. Εάν δεν ρυθμιστεί, αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης πολλών νοσημάτων λόγω βλάβης των μικρών και των μεγάλων αγγείων του οργανισμού, όπως: στεφανιαία νόσος και έμφραγμα του μυοκαρδίου, καρδιακή ανεπάρκεια, αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, ανεύρυσμα αορτής, χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, βλάβες στον αμφιβληστροειδή, ή ακόμα και άνοια.

Τι προκαλεί την υπέρταση;

Σε ποσοστό 90 με 95% των περιπτώσεων η αιτία της είναι άγνωστη και τότε η υπέρταση χαρακτηρίζεται ως ιδιοπαθής. Παράγοντες που παίζουν σημαντικό ρόλο στην εμφάνισή της είναι: κληρονομικοί παράγοντες, αυξημένο άγχος, αυξημένο σωματικό βάρος, έλλειψη σωματικής άσκησης, υπερβολική πρόσληψη αλατιού και αλκοόλ, λίγα φρούτα και λαχανικά στη διατροφή.
Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, η υπέρταση χαρακτηρίζεται ως δευτεροπαθής, οφείλεται δηλαδή σε κάποια άλλη πάθηση και εμφανίζεται λόγω αυτής. Παθήσεις που ενοχοποιούνται για την εκδήλωση δευτεροπαθούς υπέρτασης είναι: παθήσεις των νεφρών, στένωση των νεφρικών αρτηριών, υπνική άπνοια, η ανώμαλη παραγωγή ορμονών από τα επινεφρίδια, δυσλειτουργίες του θυρεοειδούς αδένα, προεκλαμψία (κατά την εγκυμοσύνη), κλπ., ενώ πολύ συχνά και κάποια φάρμακα, όπως τα αντιφλεγμονώδη ή η κορτιζόνη μπορεί να αυξήσουν την αρτηριακή πίεση.

Πώς μετράμε κανονικά την πίεση;

Ο γιατρός ή το νοσηλευτικό προσωπικό μπορούν να μετρήσουν την πίεση χρησιμοποιώντας το πιεσόμετρο. Στις μέρες μας πολλοί χρησιμοποιούν και τα ηλεκτρονικά πιεσόμετρα. Είναι αρκετά αξιόπιστα, πάντα όμως θα πρέπει να συμβουλεύεται κανείς τον γιατρό του πριν την αγορά ενός.
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό το μέγεθος της περιχειρίδας του πιεσόμετρου να ταιριάζει σε αυτό του μπράτσου σας, ενώ πριν μετρήσετε την πίεσή σας πρέπει να έχετε ξεκουραστεί για τουλάχιστον 5-10 λεπτά λεπτά, να μην έχετε καπνίσει για τουλάχιστον μισή ώρα και να μην έχετε πιεί πρόσφατα καφέ.
Η πίεσή μας φυσιολογικά μεταβάλλεται μέσα στο 24ωρο. Τείνει να είναι υψηλότερη το πρωί και χαμηλότερη το βράδυ. Ανεβαίνει με το άγχος και συχνά στη θέα του γιατρού μας («πίεση της λευκής μπλούζας»). Γι’ αυτό και ο γιατρός μας ενδέχεται να ζητήσει πιο πολλές μετρήσεις προτού μας δώσει αντιϋπερτασικά χάπια.
Μερικές φορές απαιτείται η 24ωρη καταγραφή της πιέσεως που γίνεται με μία συσκευή «holter». Η συσκευή αυτή συνδέεται με μια περιχειρίδα γύρω από το μπράτσο, η οποία φουσκώνει και ξεφουσκώνει περιοδικά κατά τη διάρκεια του 24ωρου καταγράφοντας την πίεση μας καθώς εκτελούμε τις συνηθισμένες μας δραστηριότητες. Με αυτόν τον τρόπο, παρακολουθούμε στενά την πίεσή μας και εξάγουμε χρήσιμα συμπεράσματα όσον αφορά την ανάγκη έναρξης ή αλλαγής της αντιϋπερτασικής αγωγής.

Τι εξετάσεις πρέπει να κάνουμε αν έχουμε υπέρταση;

Ο προσωπικός μας γιατρός θα ορίσει ποιο είναι το σετ των εξετάσεων στις οποίες θα πρέπει να υποβληθούμε, αφού πρώτα πάρει προσεκτικά το ιστορικό μας και μας εξετάσει κλινικά για να βεβαιωθεί για την κατάσταση της καρδιάς και του κυκλοφορικού μας.

Στις πλέον συνήθεις εξετάσεις περιλαμβάνονται:

  • εξέταση των ματιών με οφθαλμοσκόπιο για να διαπιστωθεί αν η πίεση έχει επηρεάσει τα αγγεία των ματιών
  • εξετάσεις αίματος (επίπεδα χοληστερίνης, σακχάρου και νεφρική λειτουργία)
  • εξέταση ούρων (έλεγχος αν υπάρχουν μικροποσότητες αίματος ή πρωτεϊνών)
  • ηλεκτροκαρδιογράφημα (καταγραφή ρυθμού και ηλεκτρικής δραστηριότητας της καρδιάς)
  • triplex καρδιάς και τεστ κοπώσεως

πηγη: interamerican.gr